εκπίεσμα

формы словаβ
εκπίεσμα
το хим. вытяжка



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово вытяжка? — εκπίεσμα
как с (ново)греческого переводится слово εκπίεσμα? — вытяжка


υστερογενήςεπιμιξίαζατρίκονίτρίπρακτοςαθερίνηεσχατιάκαταλαλητόυπομίσθωσηάμπωτιςασύμβλητοςράϊχεθνικιστήςμεθυλένιοδιερμηνέαςγαλότζαληθαργίαμυλαύλακοσουρεαλιστικόςηχοληψίακρέμασμαολοτελώς




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit