|
мускульный, мышечный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мускульный? — μυϊκός как на (ново)греческом будет слово мышечный? — μυϊκός как с (ново)греческого переводится слово μυϊκός? — мускульный, мышечный — μακροκατάληκτος — αποκλαμός — παράβυστον — υπεραισθητός — νιχιλιστικός — ηδονίζομαι — αλκάνη — φράγμα — καμουτσικίζω — επιγονατίδα — σύνθλιψη — αναστεναγμός — πουκαμισιά — δίκιος — υπείκω — κωλαρού — ναύλωση — καταπατά — απόδιαβος — αποκρατικοποίηση — παράνυμφος |
|||