Новогреческий словарь
πιερόττος
πιερόττ|ος
ο
маска
(на маскараде)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
маска
? —
πιερόττος
как с
(ново)греческого
переводится слово
πιερόττος
? — маска
#
(ново)греческий словарь
—
διπλοπρόσωπος
—
ηδονοθηρικός
—
κολασμένα
—
κοστάρω
—
αχρειολόγα
—
εξώπροικος
—
εξειλιγμένος
—
επισκοτισμός
—
υπεροπλία
—
εδώλιο
—
φανφαρονισμός
—
ζωνούλα
—
εντοπίζω
—
γυμναστική
—
βούϊσμα
—
ξυλοφάγος
—
αριφνημός
—
ξεσπιτωμένος
—
βιβλικός
—
συνδέομαι
—
βιωσιμότητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве