|
I ο долгоносик (жук) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово долгоносик? — βρούχος как с (ново)греческого переводится слово βρούχος? — долгоносик — μπαγάσικο — νεβρίδα — Κυρά — μεταφωσφορικός — οπισθοδρομικός — αδιαμφισβήτητος — συγκοινωνών — ακαιγος — ατελής — λεγενόμπρικο — αρτόκαρπος — ματζιόρε — μαστίγωμα — ουρανομήκης — γραφείο — Γερμανίδα — εξαχρείωση — αναφλέγομαι — μάντιλο — λουβιά — παστρικά |
|||