αντιμολυσματικός

формы словаβ
αντιμολυσματικός
дезинфицирующий, обеззараживающий



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово дезинфицирующий? — αντιμολυσματικός
как на (ново)греческом будет слово обеззараживающий? — αντιμολυσματικός
как с (ново)греческого переводится слово αντιμολυσματικός? — дезинфицирующий, обеззараживающий


στρυχνίνηβουρκάριεπίτασηελληνικήρυτόςκηπούποληεμβελέςπανάλαφροςολοταχώςαντικαθολικόςμερλίνοπροσαρμοστικότηταχρυσοφορωξεστυλώνομαιαπόχρεμψηχηνάριακέραστοςσχοινοτενήςερεισίνωτονψευδοτρόπιδαμακαρονοειδής




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit