|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λυτρωμένος? — — περιφρονητός — λαϊκιστικά — ξεσπίτωμα — σιγηλός — ελικωτόν — απευχή — δρεπάνισμα — αλανάκι — ζωομορφισμός — ένθεσμος — μπορώ — γούβα — καμωματής — βαριοήσκιωτος — αποκωλύω — αχρονολόγητος — σαρμαδάκι — πετσί — ξεγλυτώνω — γεροντοκόρη — περικλείω |
|||