|
το курильница #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово курильница? — θυμιατό как с (ново)греческого переводится слово θυμιατό? — курильница — λοίσθιος — μπάζω — προσκλητήριο — λεβεντονιά — επιθωράκιος — καταλαλητής — ψυχοβλαβής — γλωσσεύω — παράρτημα — χάλαρο — παρασάγγης — ανθρακοποιία — ρίγωμα — στραβάδι — αδερφοσκοτωμός — ξεθάμπωμα — φυσέκι — πανώλης — ζυθοπότης — λουτράρισσα — παμπάλαιος |
|||