Новогреческий словарь
στρατιωτάκι
στρατιωτάκι
игрушечный солдат
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
στρατιωτάκι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κιτς
—
απειροελάχιστος
—
εμβρυολόγος
—
μαγγανιούχος
—
αλαφράδα
—
πίναξ
—
χιονολισθητήρας
—
τιποτένος
—
θρησκευτικός
—
δοκησισοφία
—
ξετινάζω
—
αχλαδόκαμπος
—
προρρηθείς
—
βολεμένος
—
δηλωμένη
—
δρεπανοκυτταρικός
—
κοσσίζω
—
δραματοποιία
—
λαγουδέρα
—
διαφωτιστής
—
αποθαλάσσωση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве