|
το бот. бессмертник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бессмертник? — ελίχρυσον как с (ново)греческого переводится слово ελίχρυσον? — бессмертник — συγκαταλέγω — αφηγηματικά — τουρκόφωνος — χαλιφεία — δουλοπρεπώς — αλείαντος — αποικιακός — σαρωτικός — τερπνός — απροβλεψία — ακριβολογία — γραφτίκια — κτυπώ — τριακόσια — οφιοειδή — βρόμι — φόρτος — αγουρίδι — λίστα — ωφέλιμο — σούρτα-φέρτα |
|||