|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παιχνιδιάρα? — — ωρολογιακός — πόνσεπτος — κάθεξη — σύνεργο — αμείλικτος — παντρεμένος — μυιοπαγίς — αιτιατόν — διέδραμον — ανθεμίς — λέσι — ακριανός — εγκεφαλομυελίτιδα — άραχος — ζούζουλο — μούσκευμα — περιηγητής — ανεπαύξητος — ομπρέλλα — τόμου — συνυποσχετικό |
|||