|
η мышеловка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мышеловка? — ποντικοπαγίδα как с (ново)греческого переводится слово ποντικοπαγίδα? — мышеловка — χαρτόμουτρο — λερώνω — φρεσκάρισμα — αναγεννώμενος — μουρντάρεμα — πεντόφραγκο — στερεοστατική — ιωδοφόρμιο — ντρέττος — μηδισμός — κωλογλείφτης — τρίκωχος — γουλάρης — εγκιβωτισμός — αχυρόδεμα — αεροεξπρές — φιλοφρόνημα — χιλιετία — ακρόβουνο — κακόβολος — λυπομανής |
|||