Новогреческий словарь
πτολεμίζω
πτολεμίζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πτολεμίζω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ιχθυοκαλλιεργήτρια
—
Σύρος
—
αμμουδα
—
εξίδρωσις
—
ουρανός
—
μαγκούστα
—
εύθικτος
—
ουτιδανός
—
πεζολογία
—
γεωργικός
—
ζαμπουνιάρης
—
ψυχοφυσικός
—
ανεχτικός
—
επαγωγή
—
αδιάβροχο
—
αναποφάσιστος
—
ηλιοθεραπεία
—
γενάρχης
—
πικροφερνω
—
βορεινός
—
μηνιαίος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,