Новогреческий словарь
πτολεμίζω
πτολεμίζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πτολεμίζω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
απολυμαντικός
—
κλειδί
—
γυναικάρα
—
γεάνθρακας
—
αφρορροώ
—
πολύδωρος
—
διάλαμψη
—
εκλιπάρηση
—
κόρος
—
ηθικό
—
παραλήγουσα
—
εξαμερής
—
οχταετία
—
αδιαχωρήτως
—
βροχερός
—
θρομβολυτικό
—
κατανίκηση
—
κύβος
—
αφορμῶμαι
—
ακλειστος
—
φρύνος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве