|
η рентгенотерапия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рентгенотерапия? — ακτινοθεραπεία как с (ново)греческого переводится слово ακτινοθεραπεία? — рентгенотерапия — ειδησεολογία — δισταχτικός — υπογλώσσιος — θεριό — ασπρόμαλλος — τούρκικα — λεξικολόγος — αιμοπυόρροια — αρραχίς — αντάμωση — υστεροελλαδικός — γαλλομάθεια — μορσικός — αρχιδουκικός — αντιστατικός — εκκενωτικός — ξεφασκιώνω — καπελλάς — πίτερο — αποίκηση — έθαψα |
|||