|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγνωστικίστρια? — — γερμένος — ορμητικός — προτροπή — αβίδωτος — τσουρουφλιστός — αλογοδότητος — ριμάρω — ποδάρι — πετούμενο — παίγνιον — βένετος — κοχλιόκρανον — παρατρέχω — αναπνιά — διάρρηξη — βανάδιο — χολοδόχος — συνδεσμολογία — παραπλωτήρ — φουρτούνιασμα — γέννα |
|||