Новогреческий словарь
παστάδα
παστάδα
η
спальня, покой
(новобрачных);
η νυμφική ~ — а) брачный покой; б) брачное ложе
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
спальня
? —
παστάδα
как на
(ново)греческом
будет слово
покой
? —
παστάδα
как с
(ново)греческого
переводится слово
παστάδα
? — спальня, покой
#
(ново)греческий словарь
—
καρδιαλγία
—
δικαιοφροσόνη
—
παραπλώνω
—
λεβεντονιός
—
συμπαραστέκομαι
—
προτεραιότητα
—
βασιλοκτόνος
—
γαλάζος
—
ελαιοφάγος
—
απογοητευθείς
—
φαμελίτης
—
παίγνιο
—
μονοκότυλος
—
ραβδοειδής
—
αιματοχυσία
—
κλεφτοφάναρο
—
σκαιότης
—
παράνομα
—
διασωθείς
—
αποσβολώνομαι
—
ακαλλώπιστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве