|
η хим. ацетон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ацетон? — οξόνη как с (ново)греческого переводится слово οξόνη? — ацетон — σφαλίζω — εξαωδία — αλογατάκι — μαλάθα — ηράμην — Γαλαξίας — κτήση — κηπόπολη — φευγατίζω — αντίθαμα — νησσοτροφία — ζέψιμο — απάκτωτος — ψυχοσύνθεση — λιόξανθος — λιθογραφώ — καλαμώνας — υφαλόχρωμα — ελευθεροπρεπής — αφοπλισμός — συχνάκις |
|||