Новогреческий словарь
μονόπρακτον
μονόπρακτον
το
одноактная пьеса
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
одноактная пьеса
? —
μονόπρακτον
как с
(ново)греческого
переводится слово
μονόπρακτον
? — одноактная пьеса
#
(ново)греческий словарь
—
δράκαινα
—
κατασπάζομαι
—
συσσωματικός
—
πεζούλα
—
ετερογενής
—
ανωφερειακός
—
λεύτερος
—
τσέ-τσέ
—
κουφιοκέφαλος
—
σχολίατρος
—
βραβεύσιμος
—
φθειασίδι
—
ξεντύνομαι
—
γαρλαύτης
—
τοπογραφώ
—
ψαθάκι
—
αμελάνωτος
—
σκοτιδιάζω
—
τραυματίζομαι
—
αφτιάζομαι
—
αποσφουγγίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве