|
неокопанный (о деревьях и т. п.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неокопанный? — αξελάκκιαστος как с (ново)греческого переводится слово αξελάκκιαστος? — неокопанный — αμνηστεία — αργοξυπνώ — πλάγιοβαδισμός — αισθησιασμός — ρωδιά — χαμηλοτάβανος — δαδοφορία — οκτωβριανός — σταυροθόλιο — βίβλος — αποικοδομώ — διαφράττω — αλίγδιαστος — σπονδύλωση — θεομπαίχτισσα — μεταλλοειδικός — θέρετρο — ποδοσφαιριστής — προσπέρασμα — ξεπροβόδημα — τεχνηέντως |
|||