|
(-ωνος) ο питон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово питон? — πύθων как с (ново)греческого переводится слово πύθων? — питон — τροχιοδεικτικός — εκκλησιαστικός — πατομπούκαλο — ανεκλάλητος — εικαστικός — δυσκολοπούλητος — φαρμακοτεχνία — άπετρος — χαριτόβρυτος — γκλάμουρ — χοντρομαλάκας — μεσιακάρικος — ψηφάω — μήλειος — σχεδιογράφος — ογκόλιθος — καύσος — καβαλλώ — ναυαγοσωστικός — αγωγιάτης — ανεμοσκορπίδια |
|||