|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово υπερκειμενικός? — — εκφεύγω — επισκέπτρια — αντιδραστήριο — ζεϊμπέκικο — ιμάς — χαζομπαμπάς — τρέφω — θεότητα — κατάπτωση — γελαδίτσα — συννεφιαστός — γερμανικά — ερήμασμο — πολυξοδιάστρια — σκύτινος — ασίγητος — αναχρονιστικώς — βαθμιαία — αναγνωστήριο — στανταρτοποιώ — καταβοσανίζω |
|||