αλετρόπιασμα

формы словаβ
αλετρόπιασμα
το рукоятка плуга



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово рукоятка плуга? — αλετρόπιασμα
как с (ново)греческого переводится слово αλετρόπιασμα? — рукоятка плуга


αιμοστάτηςδιπλοψηφώαυτονομίστριαστιλβωμένοςκακοποιούμαιάσκημοςεισβαίνωοριζοντιότηταανεπαισθήτωςβαθυμέτρησημομφήκρανιοτομήροζέττααγριομολόχαδείξηστροφείονυποκόπανοςδιατοιχώμαγνησιούχοςδεινοποίησηηρώϊσσα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit