|
το соломенная шляпа #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово соломенная шляпа? — παγιασόν как с (ново)греческого переводится слово παγιασόν? — соломенная шляпа — διαβρώνω — αστράγγιχτος — δικαστής — μέλει — παχύδερμος — σφυρήλατος — ετερόπτερος — διαπομπεύω — εκφύω — αυτοκτόνος — άβυθος — ξανακινάω — στεγανός — διαμφισβητούμενος — ακλόνητος — φάλτσο — σπιτάλιο — εφηρμοσμένος — παραβλάσταρο — φαγώσιμος — πανικοβάλλομαι |
|||