Новогреческий словарь
πολυεδρικός
πολυεδρικός
многогранный, многосторонний
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολυεδρικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πεζογέφυρα
—
αντικρυστής
—
βοσκάω
—
συντονίζω
—
αλετρόπιασμα
—
φλογισμός
—
εναρμονίζομαι
—
φορτηγάκι
—
αθυροστομώ
—
υδρογονικός
—
εμπορευματοποιούμαι
—
καφεστιατόριο
—
εκ
—
Αιθιοπίδα
—
αξιογέλαστος
—
εντεριώνη
—
ακατάληπτος
—
επτάμηνος
—
μποά
—
αφιόνι
—
πολύπειρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве