|
бот. гетеротрофный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гетеротрофный? — ετερότροφος как с (ново)греческого переводится слово ετερότροφος? — гетеротрофный — δημαρχεύω — διατορώ — σκλώπα — απείκαστος — παντόφλας — μαροκέν — καταστολή — ακτινοσκοπώ — αντιπλέκω — ακρίβια — μηνύω — μελιτοκοκκίαση — ποιμένας — αλατιστός — βάρος — ειδησεογραφικός — κονδύλιον — τριακοντάκις — αποκουφαίνω — στεναχώρια — ανεμίδα |
|||