Новогреческий словарь
μηχανοκατασκευαστής
μηχανοκατασκευαστ|ής
ο
маншностройтель
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
маншностройтель
? —
μηχανοκατασκευαστής
как с
(ново)греческого
переводится слово
μηχανοκατασκευαστής
? — маншностройтель
#
(ново)греческий словарь
—
συνεφέρνω
—
εκχυδαϊσμός
—
λέρα
—
ανεμορρόμβιον
—
βαλμαδιό
—
αρχιναυπηγός
—
απογυρίζω
—
απλάνιστος
—
ξεπέτα
—
εθνολάτρης
—
φροκαλίδια
—
οφιοειδής
—
ασυγχωρεσιά
—
αποστηματώδης
—
μνησικακώ
—
θαλάμη
—
δεψείο
—
αμυλοποιός
—
διέβρωσα
—
λενινιστής
—
ηδύνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве