αρρωστημένος

формы словаβ
αρρωστημένος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αρρωστημένος? —


επιδιόρθωσηπεριβάλλονασβέστηςπροστυχόφασταμουχρωπόςδυσηκοϊαφροντισμένοςαναβρύωπεριτομήεναντιολογίαδηλοίαεροφίλημαστείροςφιλαυτίαζωολογίααποθερίζωεπιτροπίακαύσιμοςούηαπόβροχοεύμορφος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit