|
η незрелость #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово незрелость? — ανωριμότητα как с (ново)греческого переводится слово ανωριμότητα? — незрелость — αιθεροβάτις — ηλεκτρόμετρο — έντεχνος — βρίζα — αργοπατώ — οξέλαιο — στραβοπατώ — εκχείλιση — εξακολούθηση — κασονάκι — επισκεπτήριο — Kρεατινή — απαλλαγμένος — διχοτομικός — απερήφανος — προκριματικός — ανυποληψία — εργάτισσα — αγρόκτημα — αποστραγγιστήρας — ψιάθιον |
|||