Новогреческий словарь
αυτοστεγάζομαι
αυτοστεγάζομαι
строиться, строить себе
(жилище)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
строиться
? —
αυτοστεγάζομαι
как на
(ново)греческом
будет слово
строить себе
? —
αυτοστεγάζομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυτοστεγάζομαι
? — строиться, строить себе
#
(ново)греческий словарь
—
ανότιστος
—
αναρμάτωτος
—
εφελκίδωσις
—
καψύλιο
—
γρικάω
—
βαλτωμένος
—
κακωσύνη
—
ξέσκεπα
—
ακαταλάγιαστος
—
αθός
—
χωριατοσύνη
—
τετράδιο
—
αυγώνω
—
ποδαρόδρομος
—
ορίζουσα
—
μαγουλάκι
—
λαχειοφόρος
—
αντικτύπημα
—
κοχλιοτομευς
—
διορθωτήρας
—
ρυγχοφόρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве