|
το укутывание, закутывание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово укутывание? — κουκούλλωμα как на (ново)греческом будет слово закутывание? — κουκούλλωμα как с (ново)греческого переводится слово κουκούλλωμα? — укутывание, закутывание — δυσκολοπούλητος — κωλοβρέχτης — γραμματοσημόφιλος — στιγμιογράφησις — ανάκραγμα — κάμπια — μεθεόρτιο — ανοπόδοτος — αφαίμαξη — ηλεκτροπτικός — βιβλιεκδότις — ίσο — πόρεψη — πλήθυνση — πολυσύνθετος — αργιλικός — χιλιογραμμόμετρο — εργοδηγός — εικονομαχικός — κακοκρίνω — άγνωστος |
|||