|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κορόμπλο? — — μελάνωμα — ακατανίκητο — αλφαδογωνιά — αμακιγιάριστος — αλλαξοθωριάζω — τετραμελής — εκτυλίσσομαι — γλυκαντικός — μπαλαδόρος — ψηλός — ομοιο- — τέ — αποκωδικοποιητής — ριζοβούνι — ασβεστωτής — τσιγαροθήκη — κωλόμπος — κάρβουνο — εκτροχιάζομαι — κυνισμός — αρμόζων |
|||