|
το мед. фарингоскоп #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фарингоскоп? — φαρυγγοσκόπιο как с (ново)греческого переводится слово φαρυγγοσκόπιο? — фарингоскоп — παρμένος — περικαρδίτιδα — αργολόγος — ξεχέρσωμα — ξυρίχι — οίκημα — ελαφρολόγία — διαμαγνητισμός — ανυποτίμητος — κροτικός — χιλιάρικη — αργεύω — Νοέμβρης — βασανιστής — λύκαινα — τελωνοφύλακας — καλτσώνω — αμπελόκλημα — αυγό — άμπωτις — εκπορθώ |
|||