|
ο упаковщик, расфасовщик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово упаковщик? — συσκευαστής как на (ново)греческом будет слово расфасовщик? — συσκευαστής как с (ново)греческого переводится слово συσκευαστής? — упаковщик, расфасовщик — αναγινώσκω — εμψυχώτρια — αναδιατάσσω — υστερορραγία — αλυτάρωτος — οπισθάγκωνα — αγροτεμάχιο — ακακοπάθητος — στράγγισμα — κρόκινος — βουτυριακή — ασύμπιστος — μίανσις — ορνιθοτροφείο — δακτυλοειδής — θεατός — τριχοτομώ — απολέπτυνση — αντιμοναχικός — εμφυσηματικός — ημιστήριξη |
|||