|
ο, η гинеколог #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гинеколог? — γυναικολόγος как с (ново)греческого переводится слово γυναικολόγος? — гинеколог — ανοιχτόκαρδος — έσω — υδρομάλαξη — αθαυματούργητος — αποσταλμένος — διτετράγωνος — μοναδικός — βεβαίωση — βιοψυχολογία — καμηλόμαλλο — θαλασσοποιώ — σατανισμός — κακοποιώ — Εδέμ — μανθόσουπα — ενάκανθος — απότολμος — οικονομιέμαι — ψεύταρος — ψυχωφελής — υπνοβατώ |
|||