Новогреческий словарь
καναδέζικος
καναδέζικος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
καναδέζικος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αδερφοσκοτωμός
—
επαγγελματισμός
—
διαρχικός
—
δαχτυλογράφος
—
φακιδιάρα
—
γλεντοκόπημα
—
αρφάδι
—
αλαφρομυαλιά
—
γυμνασιακός
—
σακχαρότευτλο
—
νέος
—
χλοάζω
—
ζητητής
—
αποτεφρώνομαι
—
μικροχαρής
—
ενδοφλέβια
—
άριστον
—
θανατοφιλία
—
ιδιότυπα
—
οψιμιά
—
ματοκύλισμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве