Новогреческий словарь
περιτραχήλιον
περιτραχήλιον
το церк.
епитрахиль
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
епитрахиль
? —
περιτραχήλιον
как с
(ново)греческого
переводится слово
περιτραχήλιον
? — епитрахиль
#
(ново)греческий словарь
—
αιμωδίασμα
—
γυρωτικός
—
μυστικιστικός
—
ακαδημαϊκότητα
—
στανικώς
—
απόλογος
—
ευκλείδειος
—
εγκρουστήρ
—
αεροκοπανιστής
—
αθρακιά
—
εισέχω
—
απόβραδο
—
ξυλάλευρο
—
ασκητικώς
—
αγελαίος
—
μαίτρ
—
αδελφοποιούμαι
—
αλεξίτρομος
—
διάκαμψη
—
γενιά
—
μεγαλοκέφαλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве