Новогреческий словарь
εκσπερματίζομαι
εκσπερματίζομαι
мед.
страдать поллюцией
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
страдать поллюцией
? —
εκσπερματίζομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκσπερματίζομαι
? — страдать поллюцией
#
(ново)греческий словарь
—
κορμοστασιά
—
ψητοπώλης
—
παραγιομίζω
—
σεναριογραφία
—
γαιόχωσις
—
ουροδόχη
—
παλατιανός
—
αναριθμητισμός
—
κρυφοδαγκάνω
—
τουρκόφιλος
—
λαϊκοδημοκρατικός
—
εξαγγελθείς
—
τσαπατσούλικος
—
ξερράγιασμα
—
επιδεινώνω
—
εντερονίδα
—
γναφαλώδης
—
Θεοτόκος
—
γεωπονική
—
επτάεδρος
—
άπειρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве