|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εποχικότητα? — — αθυτος — οξυδέρκεια — τσάρεβιτς — συμπαραλαμβάνω — επανεξετάζω — υπογένειον — στατικός — συγκινητικός — θητεύω — ρόδιος — πυριτιδόκονις — γρηγορωσύνη — διαβιώ — βούτας — υίοθεσία — Δημήτρης — εύφλεχτος — στούμπι — πρωτομαθαίνω — παγοδρομώ — χαλβάς |
|||