|
огороженный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово огороженный? — απαντεμένος как с (ново)греческого переводится слово απαντεμένος? — огороженный — αλουσία — μαρμαρένιος — πλουσιοπάροχα — μοιράστρα — πολυμέρεια — προτρέχω — λοιπός — διαλλάττω — πετσετούλα — χρωμόσφαιρα — αλσοβριθής — σιδηροθλάστης — έπαυλη — μακροθυμία — νοσταλγία — αναγνωρίζω — ρητινοσυλλέκτης — ακριβομάννα — αραδίζομαι — σύρραξη — βερμπαλιστής |
|||