|
η (легко) плавкость #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово плавкость? — ευτηξία как с (ново)греческого переводится слово ευτηξία? — плавкость — πιτσιρίκα — τσάπα — μαγάρισμα — αποσήπομαι — ακύρτωτος — χαϊδολογάω — Π — παρεκβατικός — τυροφάγος — αναμορφώτρια — πεντάωρος — τσιμπητός — κίρρωσις — λιακός — αλμπινισμός — αρρενοφυής — αυτοχρωμία — άπλετος — μουριά — γραμμάτιο — ευαισθητοποίηση |
|||