|
η шелковица #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шелковица? — δουτιά как с (ново)греческого переводится слово δουτιά? — шелковица — σωστό — εκπορθητικός — ευσταθεί — αργοπεθαίνω — πρωτοστέφανος — απρόκλητα — πρωτομαγέρισσα — νταβαντούρι — ξινάρι — ποινικοποιούμαι — καρπουζιά — αφέλεια — αξιοποιώ — ενδότερος — κομματισμός — χτιστικά — μακροσκοινίζω — απογύρι — αεροκινητήρας — καφεμπρίκι — πασσάλωσις |
|||