|
η каллиграфия; чистописание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово каллиграфия? — καλλιγραφία как на (ново)греческом будет слово чистописание? — καλλιγραφία как с (ново)греческого переводится слово καλλιγραφία? — каллиграфия, чистописание — μπιγκόνια — ενθουσιώδης — καλοριζικεύω — εκφώνηση — σαγματοποιία — παιδιάρισμα — στιλβαδάμας — σαράγι — καλημερίζομαι — ένας — περιττεύω — χρυσοκόλλητος — ανεπιστημονικός — αμετάτροπος — παρέλκω — δεκάδα — βισμουθισμός — άτρεπτος — μεγαλόσωμος — εμφορούμαι — κρατιέμαι |
|||