|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μπανιστηρτζής? — — στόρηση — λειμώνας — αφρισμένος — ευχαριστιέμαι — ηχητική — διαπύηση — καβάλος — τσακίζω — τομίδιο — βυζάνομαι — κυματόμετρο — επανέρχομαι — τειχίο — ακτινοσκόπος — γραίγος — στηθαίο — πόμπιασμα — δικαιωμένος — αγαναχτίζω — επιχειρηματίας — ψυχοκτόνος |
|||