υπεραγωγιμότης

формы словаβ
υπεραγωγιμότης
(-ητος) η сверхпроводимость



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово сверхпроводимость? — υπεραγωγιμότης
как с (ново)греческого переводится слово υπεραγωγιμότης? — сверхпроводимость


σπιτονοικοκύράκαπνόςρωγμώδηςγοργόπουςμύγδαλομπατόνδικινητήριοςερωτάρηςμαγγανευτικόςιεροκρατίαευχετήριοςιερομόναχοςπτιλωτόςκουρέαςφυγάδαςστεφανοπωλήτριαπεριστερεώνπερίπουαλβανόπνευστοςπλατύβαθρονφωτοτοπογράφηση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit