|
το ручка метлы #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ручка метлы? — σκουπόξυλο как с (ново)греческого переводится слово σκουπόξυλο? — ручка метлы — θεραπεύσιμος — σπαραχτικός — Αϊκαθίστρα — τοποθετώ — οβριακή — δυσπρόσιτος — φίνα — υπόδημα — προσανάβαση — υπόκλιση — επικηρύσσω — διαβεβαιώ — λεχρίτης — αναχρέμπτομαι — αντιδικία — ανεξάσκητος — επείγομαι — μαρμαροστρώνω — πρωτεξαδέρφισσα — γλυκοκοιμώ — γλειψιάρης |
|||