|
το рафинирование #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рафинирование? — ραφινάρισμα как с (ново)греческого переводится слово ραφινάρισμα? — рафинирование — ασβεστοκάμινος — υδροξύλιο — σταδιοδρομώ — κατάλευκος — πρίν — θηλυκρέπεια — φαλαινοθηρικό — μουντώνω — δυναστευτικός — δερμάτωση — σουβλιστός — δεματού — αρσίζης — μάντρωμα — προεκλογικός — μήτε — γνώθω — κρυμοπαγία — σκαρφάλωμα — αποχή — στενοχωρούμαι |
|||