Новогреческий словарь
δρομάκι
δρομάκι
το
уличка, переулок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
уличка
? —
δρομάκι
как на
(ново)греческом
будет слово
переулок
? —
δρομάκι
как с
(ново)греческого
переводится слово
δρομάκι
? — уличка, переулок
#
(ново)греческий словарь
—
μοτοσυκλέτα
—
ουροσκοπία
—
βράδιασμα
—
σιταράτος
—
πολυκέφαλος
—
μώνυχα
—
μεταστάθμευση
—
άχωστος
—
κεντρόφυγος
—
ρέντα
—
έκφανση
—
Μανουσάκης
—
ξεκρεμάω
—
επερώτηση
—
εγκάρσια
—
ανακαινιστικός
—
μεταδοτικός
—
αίγα
—
μπεκιάρικος
—
τυραννικός
—
καθημαγμένο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве