|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βολεμένος? — — απαριθμητής — μακρόπους — άμυαλος — προεξοφλητής — γλυκοτρέμω — βραχνιάζω — υπήρξα — εμπύηση — σέπαλο — μονόπορτα — γύλος — σταθερωτής — καπότο — υποκαπνίζω — άβρωμος — τουρκιά — αφόρμισμα — μπιρμπιλομάτα — ραφή — ενσταβλίζω — θαλασσογενής |
|||