Новогреческий словарь
εμβολιαστήρι
εμβολιαστήρι
το
садовый нож
(для прививок)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
садовый нож
? —
εμβολιαστήρι
как с
(ново)греческого
переводится слово
εμβολιαστήρι
? — садовый нож
#
(ново)греческий словарь
—
ξενύχτιζω
—
γνωματίζω
—
αντεννοκάταρτο
—
θεμιτός
—
παρακίνημα
—
ξερράβω
—
επακόλουθο
—
επιστατώ
—
μπαστούνι
—
αδασμολόγητος
—
ελαιουργείον
—
ξεμποτσάρω
—
καλαμιώνας
—
άξεστα
—
υλοποίηση
—
πέσο
—
αραδωτός
—
ρεμπέλεμα
—
κατσιά
—
αβούλευτος
—
καλοζυγιασμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве