|
ο дарвинизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дарвинизм? — δαρβινισμός как с (ново)греческого переводится слово δαρβινισμός? — дарвинизм — καπνοπωλείο — προβλεπτικότητα — γλαφυρός — σύριγμα — πρωτομάγειρος — συρικτός — βράδιασμα — γέρακας — χέζας — αρχοντομίλητος — πανεράς — γόνδολα — εμβολεύς — απόπαιδο — χλαπάτσα — ισχύς — εξετρίβην — οπισθογεμής — χαμοκέρασο — αντίθεος — υδρώπικας |
|||