Новогреческий словарь
διαιρετός
διαιρετός
делимый
;
~ σέ (или διά του) πέντε — делимый на пять
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
делимый
? —
διαιρετός
как с
(ново)греческого
переводится слово
διαιρετός
? — делимый
#
(ново)греческий словарь
—
υμνογραφία
—
κρύπτη
—
κλειδώνω
—
επιθήλιον
—
παρκέ
—
ιδιοκτησιακός
—
μπάγκος
—
υπνοπάθεια
—
ξεφτώ
—
ανίατος
—
αεριστήρας
—
αντίμαχος
—
αμύγδαλο
—
μέτρημα
—
ιώτα
—
δίφρος
—
κουκούλλωμα
—
ξυλοχέρης
—
εθκλουσίως
—
εναντιολογία
—
μεταμοντερνίστρια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве